Απ'της χωριάτικης λαγνείας το χυλό
και τη μικρή ζωή τους στο Ιλινόι
αλλά κι απ' τα χωράφια τους
που 'ναι αγριόχορτα γεμάτα
φαίνεται πως εδώ και δέκα χρόνια
εκείνη είναι η συνήθειά του.
Έτσι κι απόψε αυτός θα πει
“Έλα, γλυκιά μου, πάμε”
κι αυτή δε θα απαντήσει
πως κάτι παραπάνω πρέπει να υπάρχει στη ζωή
απ' τη μικρή, λαμπρή τους γέφυρα
που στο τραχύ και δυνατό κρεβάτι καταλήγει-
απ' το αργό, τυφλό του άγγιγμα
που μοιάζει φως βαρύ, φτιαγμένο απ' το Θεό,
εκείνη την παλιά χειρονομία αγάπης
που πάντα την επιζητεί κι ας την αφήνει μόνη
στο τέλος, αναδομημένη,
με το νου να ξεμακραίνει απ' αυτόν
να ζει με τις δικές της λέξεις τον εαυτό της
και να μισεί τον ίδιο τον ιδρώτα του σπιτιού τους
όταν ξαπλώνουν τελικά σ' όνειρα χωριστά.
Και τότε, πώς τον παρακολουθεί
να παραμένει δυνατός ακόμα κι όταν
άτσαλα κοιμάται, ως συνήθως.
Τα νιάτα της παίρνουνε σβάρνα
το γαμήλιο τους κρεβάτι
κι εκείνη εύχεται
να ήταν ανάπηρος, ή ποιητής,
ή έστω μόνος του ή, κάποιες φορές,
αγάπη μου, καλύτερα, νεκρός.
***
Η παρούσα μετάφραση περιλαμβάνεται στην ανθολογία "Anne Sexton - Ποιήματα" που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Printa.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου